Το ζήτημα της αποκατάστασης των θυμάτων της Γενοκτονίας των Αρμενίων είχε απασχολήσει μετά από πίεση των δυτικών δυνάμεων και το Οθωμανικό υπουργείο Εσωτερικών το οποίο σε έκθεσή του (1922), τόνιζε την αναγκαιότητα να επανέλθουν στις εστίες τους όσοι Αρμένιοι είχαν εκτοπιστεί και να αποκατασταθούν οι περιουσίες τους.
Οι εξελίξεις στο Οθωμανικό εσωτερικό με την εμφάνιση και την εδραίωση του εθνικιστικού κινήματος του στελέχους των Νεότουρκων Μουσταφά Κεμάλ και η αλλαγή των στόχων των δυτικών δυνάμεων, δεν επέτρεψαν να συνεχιστεί η διαδικασία τιμωρίας των ενόχων και βεβαίως της αποκατάστασης των θυμάτων. ΄Όπως σημειώνει ο Τανέρ Ακσάμ το ζήτημα των Αρμενίων είχε παραπεμφθεί στη λήθη.
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την υιοθέτηση της Σύμβασης για τη Γενοκτονία, ο ΟΗΕ κινήθηκε και στο ζήτημα της αποκατάστασης των θυμάτων του εγκλήματος και της αξίωσης αποζημίωσης, ενώ ορισμένα κράτη υιοθέτησαν και την ποινικοποίηση της άρνησης της Γενοκτονίας. ΄Έχοντας την πίεση από την ομάδα των επιζώντων του Ολοκαυτώματος, ο ΟΗΕ συνέταξε τη Συνθήκη για το απαράγραπτο των εγκλημάτων πολέμου κατά της ανθρωπότητας, η οποία υιοθετήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1968 καθιερώνοντας και την αναδρομική της εφαρμογή.
Μάλιστα δεν υπάρχει παραγραφή ανεξάρτητα από πότε συνέβη η Γενοκτονία ενώ υφίσταται και η υποχρέωση από το υπεύθυνο κράτος, εν προκειμένω από την Τουρκία, να προβεί στην αποκατάσταση ή να καταβάλλει αποζημιώσεις για υλικά αγαθά που έχουν αποκτηθεί με πράξεις Γενοκτονίας. ΄Έτσι συμπεραίνεται ότι λόγω του συνεχούς χαρακτήρα του εγκλήματος της Γενοκτονίας σε πραγματικούς και νομικούς όρους, η αποκατάσταση δεν αποκλείεται από την παρέλευση χρόνου. Κατά συνέπεια οι επιζώντες των σφαγών διαθέτουν υπόσταση, χωριστά και συλλογικά και μπορούν να αξιώσουν αποκατάσταση.
Στα πλαίσια της επανόρθωσης για τις παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων, δύο γενικές αρχές είναι σχετικές: «από ένα λανθασμένο κανένα δικαίωμα δεν προκύπτει, ότι σε κανένα κράτος δεν επιτρέπεται να ωφεληθεί από τις παραβιάσεις νόμου και την αρχή του «άδικου πλουτισμού». Είναι μια γενική αρχή του δικαίου ότι ο εγκληματίας δεν μπορεί να κρατήσει τους καρπούς του εγκλήματος και επομένως πρέπει να τους αποδώσει στο θύμα του και εάν αυτό δεν είναι εφικτό αυτό να αποζημιώσει αυτό ή τους απογόνους του.
Η απόπειρα του πρωτεργάτη της Γενοκτονίας των Αρμενίων Ταλαάτ να εισπράξει τις αποζημιώσεις των ασφαλιστηρίων ζωής που κατέβαλαν για χρόνια οι άνθρωποι που ο ίδιος εξόντωσε, φανερώνει το θράσος του θύτη. Ο Χένρυ Μοργκεντάου αναφέρει σχετικά τα εξής: «Μία μέρα ο Ταλάτ πασά μου έκανε την πιο εκπληκτική ίσως παράκληση, που είχα ακούσει στη ζωή μου. Οι ασφαλιστικές εταιρείες της Νέας Υόρκης Life Insurance Company και Equitable είχαν επί πολλά χρόνια αρκετούς Αρμένιους πελάτες. Η έκταση στην οποία αυτοί οι άνθρωποι ασφαλίζονταν ήταν ακόμη μία απόδειξη του επιχειρηματικούς τους πνεύματος. Θα επιθυμούσα μου είπε ο Ταλάτ να πείσετε τις αμερικανικές ασφαλιστικές εταιρείες να μας στείλουν έναν πλήρη κατάλογο όσων Αρμενίων έχουν κάνει ασφάλεια ζωής. Είναι ουσιαστικά όλοι τους νεκροί τώρα και δεν έχουν αφήσει κληρονόμους για να εισπράξουν τις αποζημιώσεις. Φυσικά όλα αυτά τα χρήματα πρέπει να περιέλθουν τώρα στο τουρκικό κράτος. Η κυβέρνηση είναι πλέον ο ευεργετούμενος. Θα το κάνετε αυτό; Αυτό που μου ζητούσε ήταν τόσο παράλογο ώστε έχασα τη ψυχραιμία μου. Δεν πρόκειται να πάρετε τέτοιον κατάλογο από εμένα είπα και αμέσως σηκώθηκα και έφυγα».
Το παραπάνω σημείο από το βιβλίο του Μοργκεντάου έδωσε το έναυσμα στον Αρμένιο δικηγόρο Βαρτκές Γεγκιαγιάν να ξεκινήσει το 1987 δικαστικό αγώνα στην Πολιτεία της Καλιφόρνια με σκοπό να διεκδικήσει, υπέρ των απογόνων των θυμάτων της γενοκτονίας των Αρμενίων, αποζημιώσεις. Η ίδια περίπτωση υπήρξε επίσης με τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος, οι οποίοι έχουν απαιτήσει την αποκατάσταση ενάντια σε πολλά κράτη στα οποία οι ιδιοκτησίες τους είχαν καταστραφεί ή δημευθεί. Μετά από δικαστικές αποφάσεις, ο Γεγκιαγιάν κατόρθωσε να πετύχει την πρόσβαση στα αρχεία δύο ασφαλιστικών εταιρειών, όπου αναζητήθηκαν οι ασφαλισμένοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν Αρμένιοι (και ΄Έλληνες).Στη συνέχεια με ανακοινώσεις βρέθηκαν οι απόγονοι των θυμάτων και τότε άρχισε η υποβολή αγωγών κατά των δύο εταιρειών σε δικαστήρια της Καλιφόρνια, με τη μορφή «ομαδικών περιπτώσεων». Μετά από ένα πολύχρονο δικαστικό αγώνα οι ασφαλιστικές εταιρείες «New York Life Insurance Co» και «ΑΧΑ», υποχρεώθηκαν να καταβάλουν σε δικαιούχους το συνολικό ποσό των 53 εκατομμυρίων δολαρίων. Η εξέλιξη αυτή αποτελεί μία σημαντική εξέλιξη, αφού είναι ουσιαστικά (ακόμη) μία δικαίωση και ένα ακόμη περαιτέρω βήμα στην αναγνώριση της Γενοκτονίας.